Τα Προσφυγικά της Αλεξάνδρας, μια ζωντανή κατάληψη στέγης σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

Δημοσιεύτηκε στα Ενθέματα της Αυγής 29 Ιουνίου 2014

«Το “σπίτι” είναι ένα σύνολο σπιτιών, ένα σύνολο λειτουργιών κι ένα σύνολο συμβολικών γραφών, όχι μόνο πληροφορικών αλλά και προστατευτικών, ερμηνευτικών και εκστατικών… Σπίτι των επιθυμιών και των πόνων». Η περιγραφή αυτή του σπιτιού, από τον αρχιτέκτονα Αριστομένη Προβελέγγιο (Ο οδοιπόρος προς την πηγή, 1990), ταιριάζει σε εκείνο που συμβαίνει σήμερα στα Προσφυγικά. Είναι μια κατάληψη στέγης, μια ζωντανή γειτονιά. Οι σημερινοί κάτοικοι είναι κυρίως καταληψίες (από το Αφγανιστάν, τη Συρία, την Αφρική, αλλά και την Ελλάδα), λιγοστοί ιδιοκτήτες που έχουν απομείνει και ενοικιαστές. Ανάμεσα στα κτίρια, παιδιά που παίζουν, γυναίκες που πηγαινοέρχονται, ρούχα απλωμένα, άνθρωποι στα μπαλκόνια, ακούγεται ραδιόφωνο στις διαφορετικές γλώσσες της Αθήνας. Παραφωνία είναι τα πολλά παρκαρισμένα αυτοκίνητα στον ελεύθερο χώρο.

Στις 11 Μαρτίου 2014, 138 διαμερίσματα των Προσφυγικών παραχωρήθηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ, με σκοπό την πώλησή τους. Διαβάζοντάς το, σκέφτηκα ότι και πάλι οι κάτοικοι, που και τώρα είναι οι περισσότεροι πρόσφυγες, θα χρειαστεί να αγωνιστούν, θα χρειαστεί ενα πλατύ μέτωπο υπεράσπισης. Έτσι άρχισε η επαφή μου με τη Συνέλευση Κατειλημμένων Προσφυγικών. «H δική μας αφήγηση για τη γειτονιά των Προσφυγικών», διαβάζω σε ανακοίνωσή της, «μιλά για τον αγώνα για επιβίωση και αξιοπρέπεια… Βασική προτεραιότητα της συνέλευσης είναι να ζωντανέψει τη γειτονιά και να την επαναπροσδιορίσει ως μια κατειλημμένη κοινότητα».
Όπως στις πόλεις της Ισπανίας, της Ιταλίας, τις πόλεις του Ευρωπαϊκού Νότου, έτσι και στην Αθήνα, η κατοικία και το δικαίωμα σ’ αυτή αποτελεί πρωτεύουσα διεκδίκηση ενάντια στο χρέος. Η κατάληψη στέγης στα Προσφυγικά εντάσσεται στους αγώνες για την κατοικία, στο δικαίωμα για την κατοικία και τη γειτονιά, στο δικαίωμα στη ζωή για εκείνους κι εκείνες που τους εμποδίζουν να ζήσουν, καταδικάζοντάς τους στη «γυμνή ζωή».

Τα διαμερίσματα κατοικούνται ξανά. Είναι δοχεία ζωής, φωλιές όπου φωλιάζουν άνθρωποι. Οι σημερινοί πρόσφυγες μαζί με τους λίγους ιδιοκτήτες που δεν υπέκυψαν στους εκβιασμούς του κράτους συντηρούν τα κτίρια. Χωρίς αυτούς και αυτές, ίσως να μην υπήρχαν, γιατί, παρά την αποφαση του ΚΑΣ που τα ανακήρυξε διατηρητέα (2009), είχαν απομείνει στη τύχη τους, ίσως για να φθαρούν και να γκρεμιστούν. Η περιοχή, άλλωστε, εδώ και χρόνια, αποτελεί ένα από τα πιο προσφιλή κομμάτια για τις κατασκευαστικές εταιρείες και τα «σχέδια gentrification».

Τα Προσφυγικά χτίστηκαν το 1933-35, για να στεγάσουν πρόσφυγες του 1922. Πρόκειται για οχτώ πολυκατοικίες (228 διαμερίσματα), που διατάσσονται επάλληλα και παράλληλα στον άξονα της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Αποτελούν αρχιτεκτονικό παράδειγμα πολυκατοικιών οργανωμένης δόμησης, καθώς οι αρχιτέκτονες Κίμων Λάσκαρης και Δημήτρης Κυριακός (υπάλληλοι της Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πρόνοιας) τις σχεδίασαν στις γραμμές του μοντέρνου κινήματος, χωρίς ίχνος διακόσμησης. Προσπάθησαν να καλύψουν ανάγκες ανθρώπων σε έκτακτη ανάγκη, εξασφαλίζοντάς τους στον ελάχιστο χώρο τις καλύτερες συνθήκες ηλιασμού, αερισμού, υπαίθριων και κοινόχρηστων χώρων. Ήταν από την αρχή μια ζωντανή γειτονιά. Η συλλογική μνήμη της πόλης-Αθήνας εκφράζεται στα ίδια τα κτίρια, καθώς υψώνονται εκεί ως ετεροτοπία, ως διαφορετικός χωροχρόνος, ανάμεσα σε κρατικά κτίρια, πολυκατοικίες της αντιπαροχής και το γήπεδο. Επάνω τους είναι χαραγμένες οι μνήμες του Δεκέμβρη του ’44 με τα σημάδια από τις σφαίρες, καθώς πολλοί μαχητές του ΕΛΑΣ βρήκαν καταφύγιο εκεί, και οι πολυκατοικίες χτυπήθηκαν από τις οβίδες των Βρετανών από τον Λυκαβητό.Απο το 1986 η ευρύτερη περιοχή των Κουντουριώτικων στην οποία εντασσονται είχε θεσμοθετηθεί ως περιοχή ανάπλασης από το Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αθήνας.

Aπό το 1986, η ευρύτερη περιοχή των Κουντουριώτικων, στην οποία εντάσσονται, είχε θεσμοθετηθεί ως περιοχή ανάπλασης από το Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αθήνας. Τότε έγιναν οι πρώτες απόπειρες για ανταλλαγή των Προσφυγικών με άλλες κατοικίες, οι οποίες συνάντησαν την αντίσταση των κατοίκων. Το 2001, με το πρόσχημα των Ολυμπιακών Αγώνων, η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, υπό την απειλή της κατεδάφισης ή της «αναγκαστικής απαλλοτρίωσης», αγόρασε 137 διαμερίσματα. Άλλα 40 απαλλοτριώθηκαν το 2003 από το ΥΠΕΧΩΔΕ (σήμερα ΥΠΕΚΑ), στο πλαίσιο των σχεδίων «ανάπλασης», που περιλάμβαναν τη «βύθιση» της Αλεξάνδρας, ενώ τα υπόλοιπα 51 παραμένουν στους ιδιοκτήτες τους. Σκοπός ήταν να κατεδαφιστούν τα 6 από τα 8 μπλοκ πολυκατοικιών και να δημιουργηθεί, υποτίθεται, «ελεύθερος χώρος πρασίνου» – σχέδιο που ακυρώθηκε μετά από προσφυγή στο ΣΤΕ κατοίκων των Αμπελοκήπων και της Αρχιτεκτονικής Σχολής της Αθήνας – με τη σημαντική συμβολή της Άννης Βρυχέα. Το 2000, ένα μέρος των ιδιοκτητών και ευαισθητοποιημένοι πολίτες πέτυχαν το ΚΑΣ να τα χαρακτηρίσει σύγχρονο μνημείο, διατηρητέο σύνολο. Το 2004 η πρόσοψη των Προσφυγικών καλύφθηκε με ένα μεγάλο πανί, για να μην «ενοχλούν» τη φτιασιδωμένη εικόνα των Ολυμπιακών. Τα ακατοίκητα διαμερίσματα άρχισαν να καταλαμβάνονται σιγά σιγά από εκτοπισμένους της πόλης: πρόσφυγες, άστεγους, άνεργους. Εδώ και τρία χρόνια λειτουργεί, κάθε εβδομάδα, η Συνέλευση. Λειτουργούν φούρνος, κοινωνικό ιατρείο, συλλογική κουζίνα, εργασίες συντήρησης, φροντίδα για τους ασθενείς. Τα Προσφυγικά, έτσι, αποτελούν κέντρο αγώνα, αυτοοργάνωσης, αλληλεγγύης: μεταξύ του φαντασιακού και της υλικής πραγματικότητας, η έννοια της κοινότητας επαναπροσδιορίζεται, καθώς η γειτονιά μετεξελίσσεται σε κοινότητα.

Καλούμαστε, στις παρούσες συνθήκες, να υπερασπιστούμε το παρελθόν και το παρόν των Προσφυγικών ως κατοίκηση προσφύγων, άλλοτε και τώρα, τους ανθρώπους που ζουν εκεί. Ο χώρος-συλλογική κατοίκηση-κατάληψη αποτελεί ένα κοινωνικό και πολιτισμικό εργαστήρι νέων χωρικών σχέσεων και αυτοθέσμισης της φαντασιακής κοινότητας. Η κατάληψη είναι πολύ σημαντική, καθώς είναι η μοναδική σε επίπεδο γειτονιάς στην Αθήνα, αλλά και για τον συμβολικό της χαρακτήρα. Χρειάζονται νέες μορφές δράσης μαζί με τους κατοίκους, που να σχετίζονται με τη καθημερινότητά τους, με τα προβλήματα του χώρου. Χρειάζονται δράσεις για να κάνουν πιο δυνατή την κοινότητα και την κατάληψη απέναντι σε αυτό που έρχεται, να εντείνουν το δικαίωμά τους στον χώρο και στην πόλη.

Ελένη Τζιρτζιλάκη