Η ανάγνωση έγινε στον δημόσιο χώρο έξω απο το σχολείο στο συγκρότημα κοινωνικών κατοικιών στον Ταύρο .
Το κείμενο αυτό γράφτηκε με αφορμή την πρόσκληση της Ασπασίας Kουζούπη στο εργαστήριο “ Σχεδιάζοντας τη συνύπαρξη με τα Μακρά Τείχη στην επιφάνεια της πόλης, στο συγκρότημα κοινωνικών κατοικιών στην θέση των πρώην Φυλακών Συγγρού” /Σεπτέμβριος 2021
Όπως μας λεει ο Lefebvre :Η πόλη είναι ενας δυναμικός κοινωνικός χώρος σε μετασχηματισμό.«…αλλάζει όταν η κοινωνία στο σύνολό της αλλάζει.Ωστόσο οι μετασχηματισμοί της πόλης δεν είναι παθητικά αποτελέσματα της κοινωνικής σφαιρικότητας,των τροποποιήσεων της.
Η πόλη εξαρτάται επίσης οχι λιγότερο ουσιαστικά απο σχέσεις αμεσότητας,απο τις απευθείας σχέσεις μεταξύ προσώπων και ομάδων που συνθέτουν την κοινωνία..»[1]
Θα ήθελα να σας μιλήσω για την κοινότητα και τη σημασία της στον σχεδιασμό καθώς το θέμα είναι «Σχεδιαζοντας τη συνύπαρξη με τα μακρα τείχη στην επιφανεια της πόλης.»
Για να επιτευχθεί ο σχεδιασμός χρειάζεται μεσα απο μια μεθοδολογία να προσεγγίσουμε την κοινότητα η τις κοινότητες.
Θα μπορούσε τα αρχαία τείχη και η ανάδειξη τους ν αποτελέσουν ενα ζητούμενο της κοινότητας; Πως θα μπορούσαν να ξεφύγουν απο το να αποτελούν ενα εύρημα των αρχαιολόγων άγνωστο στις στους κατοίκους της πολης;Nα γίνουν ενα στοιχείο που πλάθει την σύγχρονη πόλη ικανό να εφεύρει νέες ιστορίες και μια νέα κατοίκηση;[2]
Θα μπορούσαμε να δούμε τα αρχαία τείχη ως ένα δώρο στους κατοίκους, το αντίθετο δηλαδή απ’ οτι συνήθως αποτελεί καθε αρχαιολογικό εύρημα, που συνήθως είναι κατι μυστικό, κατι κρυφό, κατι που φοβίζει γιατί υπενθυμίζει στους ανθρώπους ότι βρίσκονται πολύ κοντά στον κίνδυνο να χάσουν το σπίτι τους.Απο τα Μακρά τείχη, στην επίσκεψη μου στις πολυκατοικίες του Ταύρου, παρατήρησα μια ανασκαφή περιφραγμένη, σε κακή κατάσταση σχεδον σκουπιδότοπος.Αναρωτιέμαι πως θα μπορούσε να γίνει το αντίθετο;Ενας χώρος ζωντανός που θα τον φροντίζουν οι ίδιοι οι κάτοικοι νοηματοδοτώντας τον.
Θα λέγαμε οτι η μνήμη αποτελεί βασικό στοιχείο του συμμετοχικού σχεδιασμού. Η μνήμη της αρχαίας πόλης: Μακρά τείχη.Η μνήμη της σύγχρονης πόλης: Φυλακές, Συγγρού,πολυκατοικίες.
Αναρωτιόμαστε για την κοινότητα.
Πόσο σημαντική είναι η κοινότητα;Πως μια κοινότητα υπερασπίζεται την πολιτιστική κληρονομιά;Πότε συμβαίνει αυτo;Που; Ποιά η θέση διάφορων πρακτικών ως προς την κοινότητα[3];Ποιά είναι τα όρια;Ποιά είναι η διάδραση ανάμεσα στην–στον αρχιτέκτονα και την κοινότητα;
Το ζήτημα αυτο μπαiνει ξανά έντονα σε αναζήτηση σήμερα καθως οι κοινότητες βρίσκονται σε κρίση μετα την άνθιση τους 2011-15.
Μπαίνει επιτακτικά το ζήτημα να αναμορφώσουμε τις κοινότητες, να κατευθυνθούμε προς τις κοινότητες, για τον δημόσιο χώρο, για τα κοινά, για τα δικαιώματα,για την πόλη,για την κατοικία.
Πως δουλεύει κανείς με την κοινότητα; Άραγε είναι δύναμη της αγάπης; Η είναι εξουθενωτική διαδικασία με αμφίβολα αποτελέσματα;
Κοινότητα που αποτελεί φωτεινό παράδειγμα είναι οι αυτόνομες κοινότητες των Ζαπατίστας,συνδιάζοντας τις πρακτικές των Μάγια με στοιχεία ελευθεριακού σοσιαλισμού.Κλειδί της ιδεολογίας τους είναι η πολιτικοποίηση και συμμετοχή όλων των πολιτών στις αποφάσεις.με αυτοοργανωμένες κοινότητες και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, οι αποφάσεις παίρνονται απο τα κάτω προς τα πάνω και οχι απο τα πάνω προς τα κάτω.Αγγίξτε τα όνειρα σας η ουτοπία είναι εφικτή.
Συμφωνα με τoν Agamben[4] η κοινότητα ειναι η αλλοτρίωση του θεάματος και τα θεμέλια της νέας κοινωνίας. Οι κοινότητες προτείνουν μια αλλη οργάνωση της κοινωνίας διαφορετική απο το κράτος, όπου μπορεί να εφαρμοστεί ο συμμετοχικός σχεδιασμός.
Μια ζωγράφος η Liz Christy με τους Green Guerillas (1973) ξεκίνησε τα community gardens στη Νεα Υόρκη στο Lower East Side σε συνεργασία με τις κοινότητες των μεταναστών.
Καλλιτέχνες όπως οι Stalker [5]στη Ρωμη δουλεύουν χρόνια με τις κοινότητες στις περηπατητικές τους δράσεις.Στην Ελλάδα υπάρχουν αρκετοί καλλιτέχνες που –αφουγκράζονται τις κοινότητες όπως: Μαρία Παπαδημητρίου,Χαρίκλεια Χαρη,Τζένη Μαρκέτου, χώροι οπως το Communitism,Twixt lub,Victoria κα, που βασίζονται στην κοινοτική τέχνη.[6]
Η αρχιτεκτονική της συμμετοχής είναι σήμερα, ένα πολυσυζητημένο και αντιφατικό ερώτημα.Iσως το έργο μετατροπής της εγκαταλειμμενης σιδηροδρομικής γραμμής West Side Line στο Μανχάταν,σε High Line, σε ένα γραμμικό πάρκο, που ήταν αίτημα και που πραγματοποιήθηκε των φίλων της εγκαταλειμμένης σιδηροδρομικής γραμμής (το πρώτο τμήμα εγκαινιάστηκε το 2009), δηλώνει ότι η επιστροφή αυτού που αρχιτέκτονες ορίζουν ως «αρχιτεκτονικό κοινό» γίνεται «εμφανές».Σε αυτό το έργο είναι δυνατό να εντοπιστούν τα χαρακτηριστικά της συμμετοχής στο σύγχρονο: όσοι συμμετέχουν το έκαναν για να ανατρέψουν μια άποψη, η εν λόγω σιδηροδρομική γραμμή έπρεπε να κατεδαφιστεί.
Συχνά σήμερα η συμμετοχή είναι συνώνυμη με τη διαμαρτυρία, δεν είναι μια φάση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων αλλά έρχεται αργότερα, είναι μια αντίδραση. Η αρχιτεκτονική του High Line στη Νεα Υόρκη, παρά το γεγονός ότι είναι πολύ εξελιγμένη, τόσο τεχνικά όσο και γλωσσικά, προσπαθεί να εμφανιστεί ως αποδοχή,σαν να υποστηρίζει την αίσθηση ενός χώρου που έχει «βρεθεί» και δεν έχει σχεδιαστεί, σαν να για να σηματοδοτήσει ένα συσχετισμό συμμετοχής στην αποποποίηση της αρχιτεκτονικής.
Σίγουρα ο σχεδιασμός με την κοινότητα και οι απαρχές αυτής της γλώσσας βρίσκονται πίσω στο παρελθόν.Θα μιλήσω για τον ιταλό αρχιτέκτονα Gian Carlo di Carlo και τον πορτογάλο αρχιτέκτονα Aalvaro Siza και στη συνέχεια για την Άννη Βρυχέα και τον προσφυγικό συνοικισμό στη Θήβα. Ο Gian Carlo Di Carlo ήταν ένας από τους πρώτους Ιταλούς αρχιτέκτονες που πειραματίστηκε με τη συμμετοχή στον τομέα του σχεδιασμού. Γεννημένος το 1919, στη Γένοβα ήταν υπεύθυνος για έργα όπως η πανεπιστημιούπολη του Πανεπιστημίου του Ουρμπίνο και το χωριό Matteotti, μια κατοικημένη περιοχή για τους εργάτες των χαλυβουργείων Τέρνι.Ιδρυτής της Ομάδας Χ – μια ομάδα νέων αρχιτεκτόνων που δραστηριοποιήθηκαν μεταξύ της δεκαετίας του 1950 και του 1970 – επιμελήθηκε πολυάριθμες δημοσιεύσεις και ίδρυσε το περιοδικό “Spazio e società” το 1978.
Το δοκίμιο του «Μια Αρχιτεκτονική Συμμετοχής» [7] δημοσιεύτηκε το 1972 από το Ινστιτούτο Αρχιτεκτόνων της Αυστραλίας συγκεντρώνει τις σκέψεις που παρουσίασε ο Ντε Κάρλο κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου και αναδημοσιεύτηκε με τον τίτλο « Η αρχιτεκτονική της συμμετοχής»(2015).Στο δοκίμιο του Ντε Κάρλο, ορισμένα θέματα είναι τυπικά της δεκαετίας του εβδομήντα, αλλά η στάση με την οποία ερμηνεύεται η αρχιτεκτονική και η συμμετοχή, με σαφή ένταση,αναγνωρίζοντας τις παγίδες και τις δυνατότητες, εξακολουθεί να ισχύει σήμερα. Η σαφήνεια και η απόφαση με την οποία ο De Carlo προχωρά στην αναζήτηση των λόγων, το νόημα της ίδιας της αρχιτεκτονικής βάζει τον αναγνώστη πέρα από τον όρο της απλής ακρόασης, προχωρούσε σε μια στάση, για να επιλέξει ένα τόπο στη διαδικασία σχεδιασμού, ή ίσως γενικότερα στο πολιτιστικό τοπίο της κοινωνίας.
Η συμμετοχή, ειδικά στην αρχιτεκτονική, είναι σίγουρα ένα επίκαιρο ζήτημα.Η σημερινή κεντρική θέση για τη συμμετοχή στο σχεδιασμό δίνει μόνο μια μερική άποψη: Ειναι κατανοητή ως έκφραση διαμαρτυρίας,ως προθάλαμος αυτοκατασκευής ή ως πολιτικά ρυθμιζόμενη διαδικασία, η συμμετοχή φαίνεται να έχει κατι το «λοξό» ούτως η άλλως ν’ αποτελεί εξαίρεση. Ανακτημένη ως δικαίωμα, αλλά μόνο μετά το παιχνίδι, ανεκτή για οικονομικά αδύναμα και προσωρινά επιτεύγματα, αλλοτε υπαγορευμένη από το νόμο και συχνά ασκούμενη με μια μορφή γραφειοκρατίας, η αίσθηση της συμμετοχής φαίνεται να απέχει πολύ από αυτή που περιγράφει ο De Carlo. Ουσιαστικά, η κοινωνία δεν έχει οικειοποιηθεί την αρχιτεκτονική, όπως θα έπρεπε. Όχι επειδή όλοι πρέπει να είναι αρχιτέκτονες, αλλά σιγουρα θα επρεπε να είναι πολιτιστικά προσανατολισμένοι προς την τέχνη του χώρου. Ενώ η τεχνολογία, ή οι μεταφορές, η ορισμένες αλλες υπηρεσίες φαίνονται απαραίτητες, η αρχιτεκτονική δεν θεωρείται απαραίτητη: είναι κάτι που μπορεί να εκλείψει. Έτσι, παραδόξως, το γεγονός ότι σήμερα μιλάμε με έντονο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική της συμμετοχής, μετά από σαράντα χρόνια από τη στιγμή που αυτό το ερώτημα ήταν κεντρικό στην συζήτηση και στην κοινή γνώμη, συμπίπτει με την παραδοχή της ατελούς εφαρμογής της αρχιτεκτονικής .
Ως παράδειγμα έχουμε τις δύο εκθέσεις που πραγματοποιήθηκαν το ’72 και το ’73 στην Galleria Politeana στο Τέρνι, στις οποίες «η αρχιτεκτονική της συμμετοχής λέγεται και βιώνεται ως μια ρεαλιστική ουτοπία».
Ο De Carlo παραθέτει τον Le Corbusier και τον έπαινο του για τις ρεαλιστικές ουτοπίες. Οι δύο εκθέσεις στο Terni αντιπροσώπευαν δύο θεμελιώδη βήματα στη διαδικασία συμμετοχής με τα οποία ο αρχιτέκτονας και κοινωνιολόγος Domenico De Masi έρχεται να ορίσει το έργο: Ο De Carlo παραθέτει τον Le Corbusier και τον έπαινο του για τις ρεαλιστικές ουτοπίες. Οι δύο εκθέσεις στο Terni αντιπροσώπευαν δύο θεμελιώδη βήματα στη διαδικασία συμμετοχής με τα οποία ο αρχιτέκτονας και κοινωνιολόγος Domenico De Masi έρχεται να ορίσει το έργο: συγκεκριμένα.
Σε μια συνέντευξη, ο Ντε Κάρλο θα θυμηθεί, ακόμα με έκπληξη, πόσο λίγο oi άνθρωποι ζήτησαν σε σύγκριση με αυτό που μπορούσαν να πάρουν. Εξου και η αναφορά στο αστείο του Le Corbusier, πάντα παρούσα ως αναφορά στο έργο του De Carlo, στη μόνη φαινομενικά παράδοξη σχέση μεταξύ ουτοπίας και πραγματικότητας.
Πιστεύω ότι όλα αυτά είναι ακόμα επίκαιρα: η πραγματικότητα σήμερα φαίνεται ακόμη πιο βαριά, περιοριστική και μια ορισμένη αύρα του αμετάβλητου καθορίζει την αδυναμία του έργου. «Ρεαλιστικά» θα μπορούσαμε να αποδώσουμε αυτή την αδυναμία στην οικονομική κατάσταση, ακόμη και αν κοιτάξουμε προσεκτικά, θα αντιληφθούμε ότι η κρίση δεν προκάλεσε αυτήν την «ξαφνική αλλαγή» που είναι εξ ορισμού.
“Δεν χρειάζεστε μια θεωρία συμμετοχής αλλά χρειάζεστε ενέργεια”, ελεγε ο Gian Carlo di Carlo και ότι “οι απαντήσεις ενός καλού αρχιτέκτονα στη συμμετοχή είναι σίγουρα προσωπικές”. Ο Di Carlo θεωρoύσε την αρχιτεκτονική μια ετερόνομη και όχι αυτόνομη δραστηριότητα, μια δραστηριότητα που πρέπει να συνομιλεί με άλλους κλάδους και άλλες πραγματικότητες
Δεν είναι οτι ακυρώνεται η φιγούρα του αρχιτέκτονα-δημιουργού ο αρχιτέκτονας είναι εκεί και κάνει προσωπικές επιλογές ακόμη και όταν ενορχηστρώσει μια διαδικασία ή έναν συμμετοχικό διάλογο. Ο-η δημιουργός δεν εξαφανίζεται, αλλά επεκτείνει τον ρόλο του, συμμετέχει ο ίδιος σε όλες τις φάσεις του σχεδιασμού, στο σκηνικό, στον ορισμό, στη σύνταξη και τέλος στην αξιολόγηση του έργου .
Ενας άλλος σημαντικός αρχιτέκτονας που εφάρμοσε τον συμμετοχικό σχεδιασμό στην πατρίδα του την Πορτογαλία είναι ο Aalvaro Siza.
Eφάρμοσε τον συμμετοχικό σχεδιασμό στις κοινωνικές κατοικίες στην Quinta da Malagueira στην Evora που για 20 χρονια 1977-1998 ασχολήθηκε ανελιπώς μεσα απο συνελεύσεις με τους κατοίκους,καθως και σε κάποια άλλα έργα του των πρώτων χρόνων της δουλειάς του στο Sao Victor ,Bouca που συνεργάστηκε με τον Δήμο του Πόρτο.[8]
Έλεγε για τους ανθρώπους εκει:Η στάση τους ήταν πολλές φορές αυταρχική. Αρνιόντουσαν την επίγνωση του αρχιτέκτονα.Επέβαλλαν τον τρόπο που βλέπουν και να αντιλαμβάνονται τα πράγματα.Συμμετοχική διαδικασία σήμαινε αποδοχή των συγκρούσεων και οχι απόκρυψή τους .Αυτές οι ανταλλαγές γίνονται στη συνέχεια πολυ σημαντικές και εμπλουτίζουν το πρότζεκτ.
Η Άννη Βρυχέα εφήρμοσε τον συμμετοχικό σχεδιασμό στη Θήβα ως «Ανάπλαση του παλαιου προσφυγικού συνοικισμού στη Θήβα». Το έργο αυτό έχει ξεχαστεί μετά τον θάνατό της και δεν αναφέρεται ιδιαίτερα. [9]
Πρόκειται για μια γειτονιά με 296 κατοικιες και περιπου 750 κατοίκους που χτίστηκε το 1928 κοντά στο κέντρο της πόλης.Τότε οι 49 ηταν κλειστές οι 164 ιδιοκατοικούμενες και οι 83 νοικιάζονταν.Υπήρχε ανυπαρξία χώρων υγιεινής, αποχέτευσης, εγκατάλειψη πολλών κατοικιών,ελλείψεις σε καθε κατοικία ξεχωριστά.Πολλοί κάτοικοι ανήκαν στην τρίτη ηληκία.Απο το 1975 ο Δήμος της Θήβας είχε μεσα στις προτεραιότητες του την ανάπλαση τελικά το 1984 εκπονείται απο την αστική εταιρεία συμμετοχικού σχεδιασμού σε συνεργασία με τον Δήμο ενα σχέδιο εναλλακτικής ανάπλασης με την συμμετοχή των κατοίκων.
Η παρέμβαση επιβαλλόταν να έχει διπλό στόχο:απο τη μια να ενεργοποιήσει τον πληθυσμό και να βρει λύση στην υλοποίηση του έργου. Αρχικά δημιουργήθηκε ο Συνεταιρισμός γυναικών και η επιυτροπή γειτονιάς. Το 1990 -92 το έργο συνεχίζονταν αλλα δεν ειχαν βρεθεί οι απαραίτητοι πόροι. Το έργο εν μέρει ολοκληρώθηκε.Μετά απο χρόνια ο συνοικισμός βρίσκεται σε κακή κατάσταση.Αιτίες σημαντικές είναι η μη συνεργασία με τον Δήμο , η αποδυνάμωση της κοινότητας των κατοίκων.[10]
Ποιά θα είναι η δράση της κοινότητας; η δική μας μαζι με την κοινότητα; Καθως οι πολιτικές και ηθικές παγίδες της αρχιτεκτονικής και της τέχνης κοινοτικής βασης γίνονται πιο ορατές γίνεται πιο έκδηλη η ανάγκη να φανταστούμε εναλλακτικές δυνατότητες συντροφικότητας και συλλογικής δράσης στη πράξη συνεργασίας και κοινότητας.Απαιτείται δηλαδή μια επανεννοιολόγηση της κοινότητας.Η μεθοδολογία της περιπλάνησης είναι σημαντική στο αρχικό στάδιο που προσεγγίζουμε μια περιοχή, μια κοινότητα.,στη συνέχεια το φαγητό,το παιχνίδι,η δημιουργία ενός κοινοτικού κήπου είναι απο τις παλαιές κοινοτικές τακτικές παντα επίκαιρες. Επίσης η χαρτογράφηση μαζι με την κοινότητα .
Ελένη Τζιρτζιλάκη
[1] Lefebvre Henri ,Το δικαίωμα στη πόλη,Ιδιοτυπία της πόλης, εκδόσεις Παπαζήση, 1977, μετάφραση Πάνος Τουρνικιώτης-Κλωντ Λωράν,σελ.63
[2] Χαμηλάκης Γ.2015 Η Αρχαιολογία και οι Αισθήσεις :Βίωμα Μνήμη και Συν-κίνηση,Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου
[3] Μαρσελ Mως , Το Δώρο, Μορφές και λειτουργίες της ανταλλαγής στις αρχαικές κοινωνίες ,Καστανιώτης (Πότλατς η έννοια του πότλατς είναι σημαντική στις διαδικασίες της κοινότητας , αυτο\μορφές και λειτουργίες της ανταλλαγής της ανταπόδωσης (αναφερεται στη Πολυνησία
[4] Agamben Giorgio ,Η κοινότητα που έρχεται,Ινδίκτος, 2007
[5] Careri Francesco Walk Scapes,Caminare come pratica estetica,Tiberghien,2006
[6] Νομαδική Αρχιτεκτονική,Περπατώντας σε ευαλωτα τοπία ,Futura, 2018
[7] Giancarlo de Carlo, l’ architettura della partecipazione ,a cura di Sara Martini, Edizioni Quodlibet,2015, Giancarlo De Carlo, Villaggio Matteotti – photo Fabio Mantovani
[8] Αalvaro Siza Art forum, 2012, Peter Testa Aarquitectura de Alvaro Siza ,Faculdade di Arqitectura di Universidade do Porto,1988
[9] Άννη Βρυχέα, Συμμετοχικός σχεδιασμός, Θεωρητικές διερευνήσεις,Ιστορία των ιδεών και των πρακτικών, Μεθοδολογικές προσεγγίσεις, Αθήνα 1993
[10] Aννυ Βρυχέα, Διευρύνοντας τα όρια της Αρχιτεκτονικής, Expanding the bounderies of Architecture Sergios Strigkogiannis,Academia,2020